Πρώιμη παρέμβαση


Τα περισσότερα παιδιά με αμφοτερόπλευρη σοβαρή, στα όρια της κώφωσης, βαρηκοΐα, γεννιούνται από ακούοντες γονείς που επιθυμούν να είναι το παιδί τους ένα κομμάτι του ακούοντα και ομιλούντα κόσμου.
Για αυτές τις οικογένειες, τα κοχλιακά εμφυτεύματα παρέχουν μια αποδεδειγμένη, ασφαλή και αποτελεσματική επιλογή αντιμετώπισης.
Παιδιά που έχουν φυσιολογική ακοή αναπτύσσουν την προφορική γλώσσα με το άκουσμα και τη μίμηση της προφορικής γλώσσας του περιβάλλοντός τους.
Ένα παιδί με απώλεια ακοής δεν έχει αυτή τη δυνατότητα.
Συνεπώς αντιμετωπίζει μια δυσκολία με την ακοή της γλώσσας (δεκτικές ικανότητες) και μια δυσκολία στην ανάπτυξη της προφορικής γλώσσας (εκφραστικές ικανότητες). Η έγκαιρη διάγνωση μιας απώλειας ακοής, σε συνδυασμό με μια κατάλληλη αντιμετώπιση, μπορεί να βελτιώσει τις προφορικές γλωσσικές ικανότητες αυτών των παιδιών.
Η πρώιμη επέμβαση σε παιδιά με απώλεια ακοής τους προσφέρει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα στην ομιλία και τη γλώσσα, γιατί επιτρέπει να χρησιμοποιηθούν κανονικές αναπτυξιακές μέθοδοι, μέσα στο κανονικό χρονικό πλαίσιο ανάπτυξης.
Για την αποκατάσταση των προγλωσσικών ασθενών ήταν αναγκαία η προσθήκη μιας ακόμα θεραπευτικής φάσης, αυτή της προεγχειρητικής λογοθεραπευτικής παρέμβασης.
Το περιεχόμενο αυτής της φάσης είναι η συνειδητοποίηση της οπτικής και απτοκιναισθητικής αντίληψης καθώς και η προετοιμασία και η κρίση της ύπαρξης ή μη διαφόρων γλωσσικών δομών και αντιληπτικών ικανοτήτων, ποσοτικά και ποιοτικά, έτσι ώστε να μεταφερθεί σ’ αυτό το έτοιμο περιβάλλον αργότερα ο ήχος.
Είναι η φάση της λογοθεραπευτικής πρώιμης παρέμβασης σε νήπια και παιδιά πριν την κοχλιακή εμφύτευση.